Έξω φρενών φαίνεται να είναι αυτή τη στιγμή οι καταστηματάρχες εστίασης της Χίου, με την έκδοση της νέας απόφασης της Κυβέρνησης, να θέσει αύξηση στα ποσοστά πώλησης του καφέ, ανεβάζοντας στα ύψη τον ΦΠΑ του από 13% σε μόλις 24%, δυσχεραίνοντας έτσι την αγοραστική δυνατότητα των πελατών αλλά και την εργασία των επιχειρηματιών.
Η επικείμενη αύξηση έως και ενός περίπου ευρώ στις παρεχόμενες τιμές του καφέ, θα αποβούν κοστολογικά μοιραίες και για τις δύο πλευρές, ενώ τα ίδια τα καταστήματα αδυνατούν να αποδεχθούν την συγκεκριμένη ανατίμηση, διότι ήδη τα προηγούμενα έτη είχαν αναγκαστεί να προσαρμοστούν στα δεδομένα του φόρου κατανάλωσης και της κοστολόγησης της ενέργειας που χρησιμοποιούν για την λειτουργία των καταστημάτων. Οι καταστηματάρχες νιώθουν εμφανώς ενοχλημένοι αλλά και στοχοποιημένοι, καθώς ο κλάδος της εστίασης, παρά την οικονομική κινητικότητα που φαίνεται να παρουσιάζει, καθίσταται περίπλοκος και αντιμετωπίζει τακτικά τις αποφάσεις της Κυβέρνησης, και τις δέχεται ανήμπορος να τις απωθήσει.
Ωστόσο, οι αυξήσεις των τιμών στα καταστήματα εστίασης, δεν σταματούν στον καφέ, καθώς οι ανατιμήσεις έχουν πραγματοποιηθεί και στα βρώσιμα προϊόντα και ροφήματα των καταλόγων, με τους πελάτες να προβληματίζονται με τις νέες τιμές. 1 στους 3 πελάτες στατιστικά δυσανασχετεί με τον όλο και αυξανόμενο πληθωρισμό και επιδιώκει να πραγματοποιήσει δραστηριότητες, όχι τόσο κοστοβόρες για την οικονομική του ευχέρεια. Κύριο ζήτημα των πολιτών να συνειδητοποιήσουν ότι επί το πλείστον, δεν ευθύνονται τα καταστήματα για τις σταδιακές ανατιμήσεις, αλλά καθίστανται υπόχρεα να υποκύψουν στις κυβερνητικές αποφάσεις που τους επιβάλλονται, για να ανταπεξέλθουν και εκείνα με τα νέα δεδομένα, αλλιώς οι ιδιώτες καταστηματάρχες θα υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν την επιχείρησή τους.